To Toyota Avalon είναι καινούργιο σε όλα του


Το Avalοn μπορεί να είναι μοντέλο της ιαπωνικής Toyota όμως είναι ολοκληρωτικά αμερικάνικο προϊόν, μιας και έχει εξελιχθεί στις ΗΠΑ, από Αμερικανούς σχεδιαστές και μηχανικούς, ενώ θα κατασκευάζεται και στη χώρα.

  • 17/1/2018

KEIMENO: ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

Σε σχέση με τον προκάτοχό του το νέο μοντέλο της Toyota στην πολυτελή μεσαία κατηγορία είναι πιο αεροδυναμικό, πιο μεγάλο καθώς φτάνει σχεδόν τα 5,0 m, πιο φαρδύ και πιο χαμηλό. Tο βασικό του γνώρισμά είναι η τεράστια μάσκα, που εκτείνεται σχεδόν σε όλο του το πλάτος και πλαισιώνεται από στενούς LED προβολείς. Οι οποίοι αντιπροσωπεύουν ότι πιο σύγχρονο διαθέτει σήμερα σε αυτόν τον τομέα η ιαπωνική εταιρεία στα ράφια της.

Καινούργιο είναι και το πολυτελές εσωτερικό όπου κυριαρχούν το δέρμα, το ξύλο και το αλουμίνιο για τα διακοσμητικά, ενώ στο πάνω μέρος της κονσόλας υπάρχει μια οθόνη 9,0’’. Άλλη μια οθόνη 7,0’’ παρέχει πληροφορίες στον οδηγό, διαθέσιμο είναι και HUD, ενώ εντυπωσιακό είναι πως συνολικά υπάρχουν 5 θύρες USB (οι 3 από αυτές στην κεντρική κονσόλα). Έμφαση έχει δοθεί και στο ηχοσύστημα μιας και διατίθεται ένα της JBL με 1.200 Watt και 14 ηχεία που ενισχύει και τον ήχο του κινητήρα. Το Apple CarPlay είναι στάνταρ σε όλες τις εκδόσεις, ενώ ο εξοπλισμός μπορεί να περιλαμβάνει και το Amazon Echo (Alexa).

Ενδιαφέρον είναι πως το Avalon διαθέτει συνεχώς ρυθμιζόμενη ενεργητική ανάρτηση, με τον οδηγό να μπορεί να επιλέξει μεταξύ 3 προγραμμάτων (Eco, Normal και Sport+) που πέρα από την απόσβεση των αμορτισέρ επηρεάζουν την απόκριση στο γκάζι, το σύστημα διεύθυνσης και τον ήχο του κινητήρα.

Η γκάμα των κινητήρων περιλαμβάνει έναν V6 3.500 cc με άμεσο ψεκασμό που λειτουργεί με τον κύκλο του Atkinson. Το υβριδικό σύστημα πρόωσης αποτελείται από έναν τετρακύλινδρο 2,5 lt και έναν ηλεκτροκινητήρα 650 Volt. Ο τετρακύλινδρος διαθέτει μεταβλητό χρονισμό των βαλβίδων που γίνεται μέσω ηλεκτροκινητήρα, καθώς και μια υψηλή σχέση συμπίεσης της τάξης του 14,0:1. Σε σχέση με την προηγούμενη γενιά οι απώλειες ενέργειας του υβριδικού συστήματος έχουν μειωθεί κατά 20%.