Η πίεση της Ε.Ε. για την ηλεκτροκίνηση και ο κίνδυνος για μια αγορά δύο ταχυτήτων


Με την ηλεκτροκίνηση να αποτελεί το επόμενο στοίχημα της αυτοκινητοβιομηχανίας, το ερώτημα που γεννάται είναι εάν και εφόσον όλο αυτό απαντά σε μια αγοραστική ζήτηση ή είναι αποτέλεσμα «κανόνων» και «θεσμικού πλαισίου». 

Φοβούμαστε πώς η αλήθεια δεν είναι κάπου στη μέση, αλλά στην πλευρά της Ε.Ε. με τους όλο και αυστηρότερους κανονισμούς που θεσπίζει σε ότι αφορά τους εκπεμπόμενους ρύπους. Μάλιστα, πρόσφατα πρότεινε ως στόχο την επιπλέον μείωση κατά 30% του CO2 έως το 2030 σε σχέση με το ήδη αυστηρό πλαίσιο του 2021!

Είναι ξεκάθαρη η κατεύθυνση της πορείας των πραγμάτων στην ευρωπαϊκή αγορά, όπως εξίσου ξεκάθαρο ότι με αυτό τον τρόπο δημιουργείται μια «ελίτ» αυτοκινητοβιομηχανιών και δυνητικών πελατών τους. Το μήνα που πέρασε είδαμε την «αντεπίθεση» που εξαπέλυσε ο γερμανικός «άξονας» παρουσιάζοντας τα πλήρως ηλεκτρικά αυτοκίνητα μαζικής παραγωγής. Αν θεωρήσουμε την BMW με τη σειρά «i», ως πρωτοπόρο (αναμένουμε τη ρελάνς με το iNext), είδαμε λοιπόν την Mercedes να παρουσιάζει την EQC, την Audi το E-Tron, αυτοκίνητα που θα επιχειρήσουν να ανακόψουν την όποια πορεία της Tesla, όπως το ίδιο επιχειρεί και η Jaguar με τη νεότευκτη I-Pace. Τα αυτοκίνητα αυτά, όπως και οι νέες τάσεις, δεν θα μπορούσαν παρά να «μονοπωλήσουν» τις σελίδες του τεύχους Οκτωβρίου του «CD», ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το αγοραστικό ενδιαφέρον είναι περιορισμένο, όχι μόνον λόγω των ποιοτικών χαρακτηριστικών του ελληνικού αγοραστικού κοινού, αλλά κυρίως της έλλειψης υποδομών.

Βεβαίως, στο επιχειρείν τα πράγματα είναι αλυσίδα (σου λέει άμα δεν υπάρχει αγορά, στόλος ηλεκτρικών δηλαδή, γιατί κάποιος να επενδύσει σε φορτιστές…) και σχετίζονται ξεκάθαρα και από το πόσο φιλικό για επενδύσεις είναι το περιβάλλον…

Η Ελλάδα, λοιπόν, με 38 σταθμούς φόρτισης μετά την Κύπρο (μόλις 36), κατέχει τη χειρότερη θέση στις χώρες της Ε.Ε., όπου, όπως πολύ σωστά έχετε καταλάβει, τα πρωτεία έχουν οι χώρες του πλούσιου Βορρά: Το 76% των εγκατεστημένων σταθμών φόρτισης, σύμφωνα με τα στοιχεία του ACEA είναι στην Ολλανδία (28%), τη Γερμανία (22%), τη Γαλλία (14%) και τη Μ. Βρετανία (12%). 

Παρόλα αυτά οι 100.000 σταθμοί φόρτισης δεν θεωρούνται επαρκείς σε σχέση με άλλες αγορές, π.χ. Κίνα (μέχρι το 2025 υπολογίζεται ότι θα δημιουργηθεί ανάγκη για 2 εκατομμύρια φορτιστές) και λογίζονται ως τροχοπέδη για τις χαμηλές πωλήσεις των ηλεκτρικών οχημάτων που καταλαμβάνουν μόλις το 1,8% από το σύνολο των πωλήσεων στην Ευρώπη. Με αυτήν την «πρόοδο» εκτιμάται ότι μέχρι το 2025 το μερίδιό τους θα ανέβει στο 3,9% και μέχρι το 2030 στο 5,4%, μόλις! 

Κάπως έτσι εξηγείται η όποια πίεση ασκείται από την Ε.Ε. για μείωση των ρύπων (να σημειώσουμε ότι πρόσφατα η Ε.Ε. έδωσε το πράσινο φως στη Γερμανική κυβέρνηση για την επιδότηση κατασκευής μπαταριών), αλλά και των τεραστίων επενδύσεων που σκοπεύουν να κάνουν αυτοκινητοβιομηχανίες και προμηθευτές: στα 255 δις δολάρια έως το 2022 για την εξέλιξη των  EV΄s, έναντι των μόλις 25 δις που αντιστοίχως είχαν επενδυθεί 8 χρόνια πριν.

Κατά την άποψή μας, ο δρόμος της μετάβασης από τις συμβατικές τεχνολογίες (οι ευρωπαίοι κατασκευαστές εγκαταλείπουν σταδιακά το ντήζελ και στρέφονται σε οικονομικούς κινητήρες βενζίνης και σε υβριδικά οχήματα) στην ηλεκτροκίνηση είναι δύσκολος και ανεξάρτητα από την όποια στοχοποίηση επιβάλλει η Ε.Ε. για τα ΕV΄s και Plug-in Hybrid (σ.σ. μερίδιο 15% ως το 2025 και 30% έως το 2030), είναι κάτι περισσότερο από ορατός ο κίνδυνος της δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής αγοράς δύο ταχυτήτων: Βορρά-Νότου…

Πώς δηλαδή, θα καταφέρει ο φτωχός Νότος να απορροφήσει όλες αυτές τις τεχνολογίες, να κάνει τις επενδύσεις για τις υποδομές και πώς οι κάτοικοί του με το υποδεέστερο βιοτικό επίπεδο θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτές; Μπορεί δηλαδή ο μέσος Έλληνας να αγοράσει ένα κόμπακτ διαστάσεων ηλεκτρικό που τιμάται περί τα 50.000 ευρώ, προκειμένου να απαλλαγεί από το σαπάκι του που και καίει και ρυπαίνει και ταυτόχρονα από τα υπερφορολογημένα καύσιμα και τις υπέρογκες φορολογικές επιβαρύνσεις; Θεωρούμε πώς, η πορεία της ηλεκτροκίνησης στην Ε.Ε. θα ομαλοποιηθεί εάν και εφόσον ληφθούν τα ανάλογα μέτρα που δεν θα περιθωριοποιήσουν τις μικρές αγορές.

Μέτρα όμως που θα πρέπει να λάβουν οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών με κίνητρα στις επενδύσεις και φοροαπαλλαγές, ως εμπράγματη απόδειξη ότι δεν επιθυμούν να μένουν ουραγοί στις τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά και του σεβασμού των πολιτών στο πλαίσιο των «ίσων ευκαιριών». Ψιλά γράμματα…